Του Βαγγέλη Κ, Χριστοπούλου
Το τέλος του δέντρου θ’
ανιστορήσω, τα βάσανα και τα πάθη του. Τι τράβηξε στην ζωή του, ώσπου πήρε το
πανύψηλο μπόι και τον όγκο του, δεν ξέρω. Είδα με τα μάτια μου, τον θάνατό του
και αυτό, δεν θα το κρύψω.
Εκείνον τον Ιούνιο πάντα
θα τον έχω στην μνήμη μου. Τα χορτάρια άγρια και ήμερα, τριφύλλια, γρασίδια,
φακές , παπαρούνες , χαμομήλια όλα, είχαν κατακαεί από τις φωτιές του
ήλιου. Ήταν ξερά. Μόνο οι αγράμπελες
ήταν πράσινες , θέριευαν και έστελναν τις μυρωδιές τους παντού. Κι εκείνα τα
πελώρια δέντρα με τα πριονωτά, βαθιά πράσινα φύλλα τους, με τα κλαδιά γεμάτα
βελανίδια, μας άνοιγαν την όρεξη για φανταστικές ιστορίες.