Του Βαγγέλη Κ Χριστοπούλου.
Η θεια Βαγγελιά, αν έβρισκε πλάκωση στο μύλο και ήταν να γυρίσει αργά το βράδυ στο σπίτι, φοβόταν να περπατά στις ρεματιές και το δάσος. Γι αυτό σκέφθηκε να πάρει μαζί της τον μεγαλύτερο γιο της, τον Αριστείδη, μιας και η γειτόνισσα και συννυφάδα της ,η Κατερίνη, η Τσιωτσιολού, δεν θα πήγαινε μαζί της στο μύλο, γιατί είχε αλέσει προ ολίγου χρόνου και είχε πέντε-έξι ζυμωσιές αλεύρι στο κασόνι της, όπως έλεγε.
Η θεια Βαγγελιά, αν έβρισκε πλάκωση στο μύλο και ήταν να γυρίσει αργά το βράδυ στο σπίτι, φοβόταν να περπατά στις ρεματιές και το δάσος. Γι αυτό σκέφθηκε να πάρει μαζί της τον μεγαλύτερο γιο της, τον Αριστείδη, μιας και η γειτόνισσα και συννυφάδα της ,η Κατερίνη, η Τσιωτσιολού, δεν θα πήγαινε μαζί της στο μύλο, γιατί είχε αλέσει προ ολίγου χρόνου και είχε πέντε-έξι ζυμωσιές αλεύρι στο κασόνι της, όπως έλεγε.