Του ΒΑΓΓΕΛΗ Κ. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
Τον ειδοποίησα πως ήθελα να τον δω. Δεν είχα μιλήσει μαζί του άλλη φορά. Ήταν γνώριμος και δεν μου χάλασε το χατίρι. Καλόκαρδα με χαιρέτησε και μου έδωσε το χέρι του στο απλωμένο δικό μου.
Ο Παλιός γ ε λ α δ ά ρ η ς, κάθισε στο πεζούλι , πολύ κοντά μου, πάνω σε μια ίσια πλάκα σαν να είχε μυστικό να μου ειπεί.
Ήξερα ότι ήταν πολύ δεμένος με τον Άσπρο του (Αχελώο), που πιο κάτω κατρακύλαγε τα βουερά νερά του. Άλλο τόσο ήταν δεμένος και με τα γελάδια του, που παλιότερα νεότερος τα έβοσκε στα χλοερά λιβάδια του. Σκούντημα ήθελε να ξεκινήσει με ιστορίες για το ποτάμι και τα γελάδια του.