ΤΟΥ ΒΑΓΓΕΛΗ Κ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Απέναντι στη μισάνδρα μας, όταν
ξάπλωνα στο κρεβάτι, έβλεπα κρεμασμένη τη μαγκούρα και τη γκλίτσα μου. Τότε έμπλεκε η σκέψη μου και
ατέλειωτες συζητήσεις γίνονταν μέσα μου. Αυτά τα συμμετρικά ραβδιά, με το
στρογγυλό κεφάλι και την σκαλισμένη και όλο κεντίδια γκλίτσα μού θύμιζαν τους γέρους, που πάνω τους στύλωναν το κουρασμένο κορμί τους.
Τους νιους που καμάρωναν κρατώντας το
περίτεχνο κλιτσοράβδι τους και κόρδωναν το λυγερό τους σώμα.