Του Βαγγέλη Κ. Χριστοπούλου
31/10/2015 ημέρα Σάββατο. Ο καιρός μουντός. Η γάτα μου είναι κουλουριασμένη στην ψάθινη καρέκλα, έξω στην βεράντα.
Θαρρώ πως είναι και γκαστρωμένη. Σαν με είδε σηκώθηκε νωχελικά και νιαούρισε.
Κάτω στην αυλή , πάνω στο τσίγκινο τραπεζάκι είδα δυο τσάντες.
__Μα εγώ δεν άφησα τίποτα εχθές εκεί. Πώς βρέθηκαν; Έτσι σκέφθηκα και κατέβηκα να τις δω. Η μία ήταν γεμάτη ραδίκια και η άλλη είχε μια καρτέλα με αυγά.
Α! Εδώ κάτι γίνεται! Είπα. Άρα δεν είναι τσάντες που άφησε η γυναίκα μου χθες.
31/10/2015 ημέρα Σάββατο. Ο καιρός μουντός. Η γάτα μου είναι κουλουριασμένη στην ψάθινη καρέκλα, έξω στην βεράντα.
Θαρρώ πως είναι και γκαστρωμένη. Σαν με είδε σηκώθηκε νωχελικά και νιαούρισε.
Κάτω στην αυλή , πάνω στο τσίγκινο τραπεζάκι είδα δυο τσάντες.
__Μα εγώ δεν άφησα τίποτα εχθές εκεί. Πώς βρέθηκαν; Έτσι σκέφθηκα και κατέβηκα να τις δω. Η μία ήταν γεμάτη ραδίκια και η άλλη είχε μια καρτέλα με αυγά.
Α! Εδώ κάτι γίνεται! Είπα. Άρα δεν είναι τσάντες που άφησε η γυναίκα μου χθες.