Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟ ΤΗΣ ΣΤΡΕΖΟΒΑΣ

Περικαλλής είναι αυτός ο Ναός. Κτισμένος στα πόδια της Κορακοφωλιάς , μιας προέκτασης των Αφροδισίων ορέων. Είναι στο πάνω χωριό της Στρέζοβας. Η θέσης του είναι εξαίρετος. Ολόγυρα σπίτια και προς τον βοριά, φαίνεται ο πράσινος τάπητας  του βουνού, από πρίνια, σφεντάμια, δέντρα και άλλους θάμνους. Προς τα νότια και δυτικά, απλώνεται στα πόδια  του όλη ή άλλοτε γεμάτη πολιτεία κόσμο. Η   αγαπημένη μας Δάφνη. Αχ! Δάφνη!!

                  

                                                            

Απέναντι ο ορίζοντας είναι ευρύτατος. Βλέπει τις ψηλές ελατοσκέπαστες κορυφές του Μαινάλου και το χωριό του γράφοντος Μυγδαλιά (Γλανιτσιά). Τις χιονισμένες κορυφές του Χελμού, του Ερύμανθου και πιο κοντύτερα, χωριά σκαρφαλωμένα στις πλαγιές.  Βλέπει εύφορες κοιλάδες , χωράφια, καλύβες των τσοπάνηδων και τον ασημένιο Λάδωνα με τις ψηλές ιτιές και τα πλατάνια, τα καγιάκ,  την Λίμνη άλλοτε γαλαζοπράσινη και άλλοτε λερή από την λάσπη που κουβαλάει το ποτάμι. .

Από το προαύλιο του Ιερού Ναού, δεν χορταίνεις να περιεργάζεσαι  ολόγυρα τα έργα του Θεού και των ανθρώπων.

Από δω τις σκοτεινές και μακρινές νύχτες, συνομιλεί με την Αγία Τριάδα.  την Μητρόπολη της πόλης, την Παναγιά που είναι το νεκροταφείο  και με την Παναγία την Ευαγγελίστρια  του Μοναστηριού.

Την ημέρα έχει κόσμο δικόν  και ξένον, γιορτή και καθημερινή και την σύναξη των  πουλιών, πάνω στα πεύκα και το ψηλό καμπαναριό.

Έβλεπε πέρα τα ανταριασμένα βουνά, την βροχή που ερχόταν και έπεφτε, άλλοτε σαν ευλογία και άλλοτε δυνατή και γδαρτή. Γέμιζαν οι  δρόμοι και οι ρεματιές και σταμάταγαν τα περάσματα από την μια πλευρά στην άλλη. Άκουγε τον αέρα που σφύριζε και έπαιρνε στέγες, γκρέμιζε τα χαγιάτια και φόρτωνε φτώχια και δυστυχία στις ψυχές των ανθρώπων.  Κι εκείνοι γύριζαν προς τον Άγιο και έκαναν τον σταυρό τους που τους προστάτευε και τους στήριζε.

Ο Άγιος κοίταζε  πέρα στα   χωράφια ,  τους ζευγολάτες που πάλευαν να βγάλουν το ψωμί τους με κόπο, σκάβοντας και οργώνοντας την γη τους και σε εκείνους  έδινε την ευλογία του.

Διασταυρώνονταν το βλέμμα με κείνο του Πατουσαντρέα,  στο απέναντι μέρος του χωριού και άκουγε τις μονότονες και όλο πάθος  προσευχές του, προς τον Θεό.  «Αγαπάτε αλλήλους χριστιανοί» φώναζε ο κυρ Αντρέας. «Πιστεύετε στον Θεό αλλιώς θα πάτε στην κόλαση»

Πρωί έβλεπε τους τσοπάνηδες  να κάνουν το σταυρό τους, που  με τα πόδια ή καβάλα στα ζα  τους τράβαγαν  μακριά  στα βουνά για τα μαντριά, στην στάνη. Κι εδώ έστελνε μυστικά την ευλογία του.

Κοίταζε παντού και έβλεπε τους ξυλοκόπους, τους εργάτες τους περιβολάρηδες , τους κλαδευτές τους  γυρολόγους, τους περπατητές. Κι εδώ έδινε το παρών. 

Μοίραζε παντού την ευλογία του.  Έβλεπε ανθρώπους  να σπιθίζουν τα μάτια τους , να τρίζουν τα δόντια τους, έτοιμοι να μαλώσου.  Σαν γύριζαν τα μάτια τους προς τον Άγιο σιγά σιγά έφευγε η αγριάδα, το ζοριλίκι, οι φωνές και οι άνθρωποι ημέρευαν γίνονταν μαλακοί .

Και ο Άγιος χαιρόταν,  όταν τα παιδιά με τα ροδαλά μάγουλα, γελαστά και τα κορίτσια με τις χοντρές πλεξούδες , που παίζανε στον προαύλιο χώρο του και πήγαιναν να κρυφτούν, στις πόρτες, τις γωνίες  και  το καμπαναριό.

Παρακολουθούσε τους ανθρώπους της πόλης, τον αγώνα που κάνανε, καλλιεργώντας την γη, θερίζοντας. Αλωνίζοντας, κουβαλώντας τις σοδειές τους, με τα μουλάρια και τα άλογα.

Κοίταγε πέρα στους δρόμους, τα μονοπάτια που ένωναν την Δάφνη με τα άλλα χωριά.

Καμάρωνε και ευλόγαγε τον ερχομό των μαθητών στο γυμνάσιο.

Άκουγε το βαρύ βηματισμό τους πάνω στους πέτρινους δρόμους , τα πέτρινα χρόνια, κι εκείνος έδινε την ευχή του. Τα προστάτευε και τα δυνάμωνε σωματικά και πνευματικά.

Και τι δεν άκουγε από τον προαύλιο χώρο.  Κουβεντολόι για τα συμπεθεριά που χάλασαν, για χήρες που δεν άντεξαν στον πειρασμό, για το κρυφοκοίταγμα του δεξιού ψάλτη, για την βαριά  αρρώστια του γείτονα, για το παραστράτημα της κόρης και τόσα άλλα.  Σταμάταγαν κάποτε κοιτάζοντας προς τον Άγιο τάχαμου να μην κολαστούν και για να προκάνουν να φτιάξουν το φαί. 

Άλλαξαν οι καιροί οι παλιοί !

Τώρα κοιτάζει ολόγυρα και κάτω  τις  μουχλιασμένες και γέρικες στέγες της άλλοτε μικρής πολιτείας. Κοιτάζει τους έρημους δρόμους  και καθώς είναι χειμώνας  ο βοριάς δέρνεται με τα κλαδιά των δέντρων  και ακούγεται θόρυβος. Τα φύλλα τους στροβιλίζονται στον αέρα και  πέφτουν στο λιθόστρωτο.  Που και που βλέπει  κανένα μοναχικό διαβάτη να  κατεβαίνει με τα χέρια στις τσέπες  στην πλατεία.

Αυτή η ερημιά  με την τόση ηρεμία , του πλακώνει την ψυχή  από την  άλλοτε βουερή πολιτεία.

Από την πλατεία ακούει το ρολόι της Αγίας Τριάδος,  που συνεχίζει να αφήνει τους γλυκόπικρους ήχους του.  Βλέπει τον  κεντρικό δρόμο  με τα άλλοτε μεγάλα μαγαζιά ταβέρνες κουρεία  που άλλαξαν χέρια και χώρους με λίγο κόσμο.

Βλέπει τον  μεγάλο σιτοβολόνα της Στρέζοβας που έθρεψε γενιές και γενιές να ριζώνουν  τα πουρνάρια και άγρια δέντρα στο παχύ χώμα. Ακαλλιέργητα και αδούλευτα όπως έμειναν, έγινε ένας απέραντος δρυμός αδιαπέραστος και όλο θεριεύει.

Πάνε οι μεγάλοι αμπελώνες με τους υπέροχους καρπούς και τα εύγευστα κρασιά που έδιναν ευφορία, στις γιορτές και στα πανηγύρια των Στρεζοβινών.

Που είναι τα καμπανάπιδα και οι άλλες λαχταριστές ποικιλίες αχλαδιών που μοσχοβόλαγαν  με το  άρωμά τους, τα σπίτια και οι αυλές. 

Ζωντανά στους δρόμους δεν υπάρχει ούτε για δείγμα και μόνο στην λαγκαδιά ο Τράγκας έχει δυο τρία άλογα.

 Που είναι οι άνθρωποι της μικρής πόλης,  που την έκαναν χαρούμενη με τις φωνές, τις δουλειές, την κίνηση, την επίσκεψη στον χώρο του.

Που έκαναν την ύπαιθρο ζωντανή, όμορφη, να ευωδιάζει με τους καρπούς και  να δίνει στον άνθρωπο κέφι και χαρά για ζωή.

Που είναι ο καπνός στα φουγάρα και  στους φούρνους  που έβγαζαν το μοσχοβολημένο σιταρένιο ψωμί που έψηναν.

Παρατήσαμε και φύγαμε  την όμορφη φύση μας,  με τα κρυστάλλινα νερά , τον καθαρό αέρα  και τον λαμπρό ήλιο.

Φύγαμε όλοι από τα χωριά μας. Ο Άγιος Χαράλαμπος είναι εκεί, μας περιμένει, έστω και από μακριά,  για ένα κερί για μια προσευχή την ευλογία του στέλνει.

Αγαπημένοι  είμαι καλά για την υγεία σας νοιάζομαι. Μάθετε καλά είναι οι δικοί σας στην Παναγιά να τους θυμάστε θέλουν. Η ανεμόδαρτη στέγη μου καλά κρατεί, σκέπτομαι τις στέγες των δικών σας σπιτιών που σας καρτερούν.  Όταν μπορέσετε ελάτε. Σας περιμένουμε
Του Βαγγέλη Κ. Χριστοπούλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου