TOY ΒΑΓΓΕΛΗ Κ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ.
Τα μαλλιά στο κεφάλι του μπάρμπα – Δήμου, του ψάλτη, είχαν ασπρίσει. Τα
μάτια του βαθιά μέσα στις κόγχες και η φωνή του ήταν βραχνή και χοντρή.
Είμαστε στο τέλος σχεδόν της Σαρακοστής. Η επόμενη μέρα ήταν η Κυριακή των Βαϊων. Κανείς δεν έβαζε με το
νου του την εκκλησία, χωρίς ψάλτη τον μπάρμπα - Δήμο. Πρώτος πήγαινε στην
εκκλησία και τελευταίος έφευγε αφού τακτοποιούσε και την κάθε λεπτομέρεια καθώς
ασκούσε και τα καθήκοντα του επιτρόπου.......
Το Σάβατο το βραδάκι, καθώς έπινε το
κατρούτσο του στο καφενείο, του
ζήτησε ο Ντουσιαντώνης ο Καφετζής,
μεγάλος χοραταντζής κι αυτός, κάτι:
__Δήμο, μού κάνεις μια χάρη;
__Τι χάρη θες από μένα Αντώνη;
__Τη φωνή
σου θέλω να μου δανείσεις, να φχαριστήσω
κι εγώ τον Κύριο για τα καλά που μας δίνει!
Στην αρχή ο μπάρμπα Δήμος δεν εννόησε το
πείραγμα, τον εμπαιγμό του Αντώνη του Καφετζή και ρούφηξε μια γουλιά κρασί από το
ποτήρι του. Και μιας δεν απάντησε ο
μπάρμπα Δήμος, συνέχισε ο Αντώνης:
__ Τι
μεγαλείο φωνή που έχεις! Οι Άγιοι δεν διώχνουν τα μάτια τους από πάνω σου. Μόνο
ο Παπάς θέλει να σε διώξει από το ψαλτήρι, γιατί μπλέκεις , λέει, ύμνους με τα
τραγούδια, που αραδιάζεις τα βράδια με τους φίλους σου.
__Με
πεντέξι πρόσφορα το χρόνο και με τ’
αντίδωρα που παίρνω την Κυριακή, να πίνω με τους φίλους μου το κρασάκι, δεν θα
βρει καλύτερον, να του κάνει τόσες δουλειές. Αν θέλει, ας με διώξει από ψάλτη,
είπε πειραγμένος.
Και ενώ
αυτά έλεγε στον Καφετζή, το μάτι του έπεσε στην μεγάλη τζαμωτή πόρτα της
εκκλησίας.
Ήταν
ανοιξιάτικο βράδυ, παραμονή των Βαίων και μέσα η εκκλησία φαινόταν θεοσκότεινη.
Δεν είχε Εσπερινό γιατί ο παπάς πήγε για την ακολουθία στην Τσιάρνη, που δεν
είχε παπά.
Σηκώθηκε
από το τραπεζάκι και έκανε δυο βήματα
προς τα κει. Κοίταξε από τα μεγάλα
παράθυρα της εκκλησίας. Μέσα μαύρο
σκοτάδι!
Όλο το
απόγιομα και μέχρι αυτή την ώρα ήταν απασχολημένος , που να θυμηθεί ν’ ανάψει
τα καντήλια. Βγήκε έξω συλλογισμένος και τράβηξε γραμμή στην πόρτα της
εκκλησίας. Μπήκε μέσα, άναψε τα καντήλια χωρίς να γίνει αντιληπτός από κανέναν
και ήρθε να συνεχίσει τη…. δουλειά του.
__Τι λες
Δήμο, θα ‘χουμε καλό Πάσχα φέτος;
__Εσύ καλό
Πάσχα θα ‘χεις Αντώνη! Είναι αργά φέτος η
Λαμπρή, ο καιρός θα είναι ζεστός και προβλέπεται στο χωριό να σφάξουν πολλά
λιανόματα με τους ξένους που θα ‘ρθουν.
__Και τι
έχει να κάνει αυτό με μένα;
__Τομάρια
δεν θέλεις Αντώνη; Θα έχει μπόλικα. Αυτό είναι καλό Πάσχα για σένα.
Πειράχτηκε ο Αντώνης λίγο και αμέσως με την
σειρά του τον τσίγγλισε.
__Εσύ Δήμο,
όταν κρατάς το ίσο να προσέχεις , γιατί κάνεις σαν να πονάς, ακούγεσαι σα
ξεκουρδισμένο σαντούρι. Πεντέξι γριές που έρχονται στην εκκλησία, βάλε τα
δυνατά σου να τις διώξεις κι αυτές.
__Δεν φεύγουν
αυτές με τίποτα Αντώνη. Μη στενοχωριέσαι, είναι γριές και κουφές και δεν
ακούνε.
Ο Αντώνης
ήξερε ότι είχε καλή φωνή και στην ψαλτική και στο τραγούδι. Δεν τον
απάνταγε όμως να μην τον πειράξει.
Ο μπάρμπα
Δήμος μια ολόκληρη ζωή πήγαινε κοντά στον Παπά, σ’ εκκλησιαστικές τελετές και
σε πανηγύρια. Άναβε τα καντήλια και τα κεριά στον μεγάλο πολυέλαιο, που ήταν
κρεμασμένος στον μεγάλο τρούλο. Πούλαγε κεριά στο παγκάρι , βάραγε την καμπάνα
κι έψελνε χρόνια για αυτό το χωριό.
Σκεφτόταν,
να είχε ακούσει τίποτε ο Αντώνης απ’ τον Παπά; Γιατί μου είπε: «θέλει να σε
διώξει ο παπάς». Να θέλει άραγε να τον
διώξει από ψάλτη με τόσα και τόσα που είχε κάνει;
Ο
Αιδεσιμότατος έμπαινε και έβγαινε στο
μαγαζί του τριάντα φορές την ημέρα, κάτι
θα του είπε. Τόλμησε να ρωτήσει και να
απαντήσει στον Αντώνη.
__Και να με
διώξει εμένα, ποιος είναι καλύτερος, να
πάρει τη θέση του ψάλτη;
__
«Υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια», του απάντησε αόριστα
εκείνος. Μα πάλε δεν πήγαινε στον Αντώνη να μην τον ενημερώσει για όσα, υποτίθεται ότι άκουσε από τον Παπά.
__Την
Κυριακή που πέρασε, ποιος είπε τον
Απόστολο, Δήμο;
Ο Δήμος ζαλισμένος από το κρασί δεν θυμόταν ν’
απαντήσει.
__Τον
Απόστολο και τα Χερουβείμ εγώ πάντα τα
λέω. Δεν μου βγαίνει κανένας.
__Δεν
θυμάσαι καλά, του είπε ο Αντώνης. Ο
Χρήστος δεν πλησίασε στο ψαλτήρι, φόρεσε τα μεγάλα γυαλιά και του είπες: « Διάβασε τον Απόστολο, μην πιάνεις την θέση
άδικα;»
__Για τον
Ντουσιοχρήστο, τον αδερφό σου, λες τόση ώρα;
__Αμ, για
ποιόν άλλον λέω; Έχει καμπάνα φωνή, Ντουσιαίϊκη,
που λέμε, και ψέλνει καλά και ακούνε πίσω και οι κουφές γριές.
__Σιγά μην
έχει φωνή αηδονιού! Δεν λέω, ώρες – ώρες μεταμορφώνεται η φωνή
του.
__Εγώ Δήμο,
ξέρω το φάρμακο για τη δική σου φωνή. Αν θέλεις άκουσέ με. Εκείνος τέντωσε
τα αυτιά του και άκουγε. Να ρουφάς
φρέσκα αυγά! Γλυκαίνει η φωνή, ημερώνει, φεύγει η βραχνάδα. Έτσι λένε.
__Πού τα
ξέρεις , Αντώνη, όλα αυτά;
__Το ξέρω
από το Χρίστο του Τζιράκα. Ήρθε από την Αίγυπτο και ένα χρόνο χρησιμοποιεί αυγά φρέσκα. Γι αυτό η φωνή του είναι μεταλλική
και η εκκλησία βουίζει από γλυκές μελωδίες.
Είχε
περάσει η ώρα. Δεν είχε τους φίλους του να του κάνουν παρέα και ξεκίνησε για το
σπίτι. Φεύγοντας τον έπιασε μεγάλη στενοχώρια. Σκεπτόταν τι θα έκανε, αν ο
παπάς τον σταμάταγε από ψάλτη και την θέση
του να έπαιρνε ο Ντουσιοχρήστος.
Την άλλη
μέρα πρωί πρωί οι κότες κακαρίζανε και ο μπάρμπα Δήμος βγήκε από το κατώϊ με
δυο αυγά στα χέρι. Βιαζόταν να ρουφήξει
ωμά τ’ αυγά για την φωνή του και να βαρέσει την καμπάνα.
Ήταν
Κυριακή των Βαίων .
Με την δεύτερη
καμπάνα άρχισαν οι γριές να εισέρχονται στην εκκλησία σταυροκοπούμενες .
Φθάνοντας στο εικονοστάσι έκαναν πολλές
και βαθιές γονυκλισίες. Όλες είχαν νηστεύσει για να δεχτούν την Θεία Κοινωνία. Ήσαν αδύνατες και για κάθε επίκυψη κατέβαλλαν
διπλάσια δύναμη να σηκώσουν τους καμπουριασμένους ώμους των.
Είχε
αδειάσει ο χώρος του εικονοστασίου που μπήκε μέσα χαμογελαστός ο Ντουσιοχρήστος. Άναψε ένα κερί, όχι τόσο από ευγνωμοσύνη προς
την Παναγία, όσο γιατί οι γερόντισσες είχαν στραμμένα τα βλέμματά τους προς
αυτόν. Εάν δεν άναβε κερί θα τον
διέβαλαν στους συγχωριανούς, ότι είναι
τσιγκούνης και άθρησκος!
Πήγε προς
το στασίδι, είπε καλημέρα στο μπάρμπα Δήμο, πήρε το σοβαρό του ύφος και άρχισε
να σιγοντάρει στο ψάλσιμο. Ο μπάρμπα
Δήμος, σκόπιμα, σταμάτησε απότομα το ψάλσιμο και ακουγόταν χωρίς χρώμα και ήχο
η φωνή του Ντουσιοχρήστου, σαν να μάθαινε την αλφαβήτα. Έγινε χασμωδία, αλλά οι
γριές δεν την κατάλαβαν.
Η
Λειτουργία προχωρούσε και πλησίασε η
στιγμή να ειπεί τον Απόστολο ο κυρ
Χρήστος, να βγάλει το άχτι του και να δείξει ότι έχει σοβαρές ικανότητες
ψαλτικής.
Ξεκίνησε να
λέει τον Απόστολο, όταν ο Παπαπάνος βγήκε στην Ωραία Πύλη φώναζε και κοίταξε άγρια τους δυο ψάλτες.
__Τι λέτε
αυτού ευλογημένοι; Τον Απόστολο που
είναι για την μεγάλη Πέμπτη λέτε;
Οι δυο
ψάλτες κοιτάχτηκαν χωρίς να ειπούν τίποτε. Ο μπάρμπα Δήμος έδειξε την σελίδα
που εξ αρχής είχε βάλει σημάδι και ο Ντουσιοχρήστος ξεκίνησε εκ νέου να λέγει
τον Απόστολο: « Αδελφοί χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε. Πάλι ερώ χαίρετε…»
Άλλη μια
φορά να την πάθει έτσι, σκέφθηκε ο μπάρμπα Δήμος, ο παπάς δεν θα τον θέλει για ψάλτη.
Έγινε
γνωστό στους πάντες το πάθημα του
Ντουσιοχρήστου, προς χαρά του μπάρμπα Δήμου.
Μετά την
απόλυση της εκκλησίας, πήραν από τα χέρια του παπά την αγιασμένη βάγια και
βγαίνοντας από την εκκλησία, κάθισαν στο καφενείο για τον καφέ και το ρακί
ευχόμενος ο ένας στον άλλον «χρόνια πολλά».
Εκεί ο Μπάρμπα-Δήμος έμαθε εκ στόματος
Ντουσιοχρήστου ότι μετά το Πάσχα μετακομίζει με την οικογένειά του στην
Αθήνα! Οπότε ο ίδιος θα παρέμενε εσαεί
ψάλτης στην εκκλησία.
__Μπορεί να
μη με θέλει ο παπάς . Αλλά ο Θεός και ο Ντουσιοχρήστος είναι μαζί μου,
σκέφτηκε.
Είχε λίγο
φόβο ακόμη με τον Θανάση τον Γραμματέα, ο οποίος είχε πολλές και καλές γνώσεις
περί θρησκείας. Είχε πάρει μαθήματα από τον πατέρα του, τον μακαρίτη Γιωργιά, που ήταν σημαντικός για
την εποχή και με γλυκιά φωνή ψάλτης. Η φωνή του Θανάση ήταν σχετικά
ακαλλιέργητη και κατά τούτο υστερούσε από τον κυρ-Δήμο . Άλλως τε είχε δείξει
ζωηρό ενδιαφέρον για γραμματέας της Κοινότητος και δεν τον απασχολούσε τόσο
το λειτούργημα του ψάλτη.
Άλλος
ψάλτης που θα μπορούσε να διεκδικήσει την θέση του με αξιώσεις ήταν,
Γιαννόπουλος κι αυτός, ο Αντρέας. Ήταν σοβαρός ψάλτης είχε καλή και γοητευτική
φωνή και έπιανε πάντα το αριστερό αναλόγιο. Είχε μεγάλες δυνατότητες. Κυρίως
γιατί ήταν υψίφωνος και δύσκολα τον παρακολουθούσαν οι άλλοι ψάλτες. Είχε φύγει
προ καιρού για την Αθήνα και έψαχνε, λένε, για μια θέση σε μεγάλο ενοριακό Ναό
της πρωτεύουσας, αλλά φαίνεται δεν του κάλιασε.
Για τον
Τούρκο, που και κείνος ήξερε από ψαλτική, ο παπάς δεν τον ήθελε, διότι δεν γνώριζε την τακτική και το διαδικαστικό
μέρος και όλο τα μπέρδευε. Μάλιστα από τότε που τον έβαλε στον Αγιώργη να
διαβάσει και του είπε δυνατά: « παπά τελειώσανε, τι στο διάολο να διαβάσω παρακάτω» ο
παπάς τον απέκλεισε.
Στον
Εσπερινό του Αγιωργιού, καθώς ο μπάρμπα Δήμος έψελνε το απολυτίκιο « Ως των
αιχμαλώτων ελευθερωτής…», δειλά - δειλά πλησίασε στο αναλόγιο ο Γιώργης ο
Μάγκας και τον βοηθούσε κρατώντας καλά το ίσον!
__Γιώργη,
βλέπω είσαι καλός και η χροιά στις φωνές
μας ταιριάζουν. Δεν έρχεσαι στην Εκκλησία να ψέλνεις και να τα λέμε μαζί στο
Θεό;
Θα μας
βοηθήσει και τους δυο. Εμένα ν’ αποφεύγω τις πολλές αμαρτίες και σένα να σου
παίρνει την κούραση και ν’ αντέχεις την γκρίνια της γυναίκας σου.
__Αν είναι
για το καλό έρχομαι. Απάντησε πρόθυμα ο Γιώργης.
__Για καλό
μας θα είναι. Οι προσευχές θα γίνονται πρώτα για μας και τους δικούς μας και
ύστερα για τους ξένους.
Ο Γιώργης ,από κείνη την ημέρα, δεν έχανε
εσπερινό, γιορτή και Κυριακή. Πρωί-πρωί
βρισκόταν στο ψαλτήρι.
__Γιώργη,
κι άλλες φορές που δεν είναι γιορτή, όταν αισθάνεσαι την ανάγκη, να μου
φωνάζεις να πηγαίνουμε στην εκκλησία. Μια προσευχή να ειπούμε, έναν αγιασμό να
κάνουμε, ένα κερί ν’ ανάψουμε προς όφελός μας θα είναι.
Ο μπάρμπα
Δήμος κάθε Κυριακή τον δίδασκε χωρίς μισθό, την τέχνη της μουσικής που ήξερε
και το τυπικό της Εκκλησίας, πότε δηλ. λέμε το κάθε τροπάριο. Εξ άλλου καλό
παιδί ήταν ο Γιώργης, τα σπίτια τους κολλητά και χρόνια γείτονες. Εκτός από όλα αυτά είχε αρκετά γεράσει και έπρεπε
να παραδώσει το ψαλτήρι κάποια στιγμή σε καλόν και φτασμένο ψάλτη. Ο μπάρμπα
Δήμος χρησιμοποιούσε το δείχτη του
χεριού του για την εκτέλεση του ρυθμού, την έναρξη και την παύση της ψαλμωδίας.
__Κόφτo φτούνο το δάχτυλο, του είπε ένα πρωί μιας Κυριακής ο Γιώργης,
που τον ενοχλούσε. Δεν είμαι μικρό παιδί να με μαθαίνεις με το δάχτυλο σαν
δάσκαλος, διαφορετικά φεύγω από τη ψαλτική.
Αυτό ήταν
ένα ανώδυνο περιστατικό και η συνεργασία συνεχίστηκε αρμονικά.
Ο μπάρμπα Δήμος αποδείχτηκε καλός δάσκαλος!
Ο Γιώργης
εξελίχθηκε και έχει ικανότητες πολλές !
Ξέρει απέξω, προσευχές, ψαλμούς,
δεήσεις που λέγονται στις ακολουθίες και
ιεροτελεστίες, τον εξάψαλμο δοξαστικά και τόσα άλλα. Για αρκετό χρόνο ήταν ο
πρωτοψάλτης του χωριού, βοηθούμενος περιστασιακά από μερικούς άλλους πατριώτες
περαστικούς. Με τον Παπαντώνη ταίριαζαν οι φωνές τους και τα ακούσματα στη
εκκλησία ήσαν ευχάριστα. Πάντως το έργο του δεν το τέλεψε ακόμα. Έχει
μέλλον κι εύχομαι να είναι φωτεινό.
Το έργο των
ψαλτών μας πράγματι ήταν πολύ μεγάλο. Με αυτό το χιουμοριστικό κείμενο τους
θυμάμαι με αγάπη, τους ευχαριστώ και για όσους λείπουν απ’ την ζωή, Θεός
συγχωρέστους. Αν παρέλειψα να αναφέρω
κάποιον, σίγουρα δεν το έκαμα σκόπιμα.
Για τους εν
ζωή υπάρχοντες και ειδικότερα για
το Γιώργη εύχομαι υγεία ,
μακροημέρευση και να είναι πάντα καλά.
B GIRAKAS
Στο φίλο και ξάδερφο Αντρέα που μόλις τηλεφωνήθηκα (8,35 μμ Κυριακή των Βαίων 28.4.2013) θυμάται με νοσταλγία τα χρόνια που ζούσε στο χωριό, την εκκλησία την γιορτή του Πάσχα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπόψε έρχεται ο νυμφίος μου είπε.....
Αντρέα περαστικά και χρόνια πολλά
ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν ήμουν μικρός οι ψάλτες μού φαίνονταν μελωδικοί.
Αργότερα και μέχρι τώρα που ακούμε καταρτησμένους ψάλτες
καταλαβαίνουμε την υστέρηση των ιδικών μας, χωρίς να ευθύνονται βέβαια.
Βλέπω με συμπάθεια τις φιλότιμες προσπάθειά τους και λυπάμαι που τελευταία υπάρχει σχετική αποδιοργάνωση στα εκκλησιαστικά μας.
Σχεδό: "Ούτε ψάλτη, ούτε παπά!" Μια ακόμη κάμψη στο χωριό μας.
ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕν τούτοις φίλε,γνωρίζω ότι δυο πατριώτες μας,
ο τζιράκοχρίστος και ο Χρίστος του Τσιρημόπανου
γνωρίζουν εκκλησιαστική μουσική. Ο πρώτος μερικές φορές
παρουσιάζεται στο αναλόγιο. Τον άλλον όμως δεν
έτυχε να τον ακούσω. οραματίζομαι μια ωραία λειτουργία στο χωριό με τους ψάλτες μας και πολυπληθές εκκλησίασμα. Ζητάω πολλά;
Παλιά έκανα πως έψελνα και ΄γω, αλλά λακάγανε οι χουχουλούζες από τα κεραμίδια....
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι 'γω θάθελα μια τέτοια ψαλμωδία στην Παναγιά μας με τον ένα ψάλτη στο ένα ψαλτήρι και τον άλλονα στο άλλο. Να το βογκήξουν και να το φχαριστηθούμε.
Βαγγέλη, κανόνισέ το έστω για το 15αύγουστο. Κάνε τις επαφές σου και αφού συμφωνήσουν οι Χρίστηδες να μας το ανακοινώσεις και να ροβολήκουμε κάτου για έναν παραπάνω λόγο. Δε φημιζόμαστε σα χωριό για τον εκκλησιασμό μας, αλλά άμα είναι εκεί τέτοιες φωνές......κάποιοι από μας θα ...."αμαρτήσουμε" και θα πάμε στην εκκλησιά μας.
ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ με αγάπη σε όλους σας!
χψ
ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΘΑ ΖΟΥΣΕ ΟΝΕΙΡΟ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΧΡΙΣΤΗΔΕΣ ΨΑΛΤΑΔΕΣ ΣΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΟ 15 ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΕΓΩ ΣΑΝ ΑΔΕΡΦΟΣ ΘΑ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΩ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΥΤΟ ΓΙΑ ΝΑ ΡΟΒΟΛΗΚΟΥΜΕ
ΑπάντησηΔιαγραφή